Σύντομη Ανάλυση Άρθρων 211 (ε) και 212 (α) και (β) περί Εταιρειών Νόμου (Κεφ. 113)
Στο παρόν άρθρο θα εξετάσουμε το ζήτημα της εκκαθάρισης από το Δικαστήριο μίας εταιρείας που αδυνατεί να πληρώσει τα χρέη της.
Παραθέτουμε αυτούσια τα σχετικά σημεία από τα άρθρα 211 και 212 του περί Εταιρειών Νόμου (Κεφ. 113):
«Περιπτώσεις που η εταιρεία δύναται να εκκαθαριστεί από το Δικαστήριο
- Εταιρεία δύναται να εκκαθαριστεί από το Δικαστήριο αν-
(ε) η εταιρεία είναι ανίκανη να πληρώσει τα χρέη της·
[…]Ορισμός ανικανότητας πληρωμής των χρεών
- Εταιρεία λογίζεται ότι είναι ανίκανη να πληρώσει τα χρέη της-
(α) αν πιστωτής, με εκχώρηση ή διαφορετικά, που του χρωστεί η εταιρεία ποσό που υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000), επέδωσε στην εταιρεία παραδίνοντας στο εγγεγραμμένο γραφείο της εταιρείας απαίτηση η οποία απαιτεί από την εταιρεία να καταβάλει το ποσό που οφείλεται με τον τρόπο αυτό, και η εταιρεία για τις επόμενες τρεις εβδομάδες αμέλησε να καταβάλει το ποσό ή να εξασφαλίσει ή να το διευθετήσει προς εύλογη ικανοποίηση του πιστωτή· ή
(β) αν εκτέλεση ή άλλη διαδικασία που λήφθηκε με δικαστική απόφαση, εντολή ή διάταγμα οποιουδήποτε Δικαστηρίου προς όφελος πιστωτή της εταιρείας, επιστρέφεται ολικά ή μερικά ανικανοποίητη· ή
[…]
Εισαγωγικά να αναφέρουμε ότι το άρθρο 211 (ε) δεν έχει τροποποιηθεί ποτέ από την εισαγωγή του Κεφ. 113 ενώ το άρθρο 212 τροποποιήθηκε το 2015 και απαλείφθηκε η φράση «υπογεγραμμένη από αυτόν» από την παράγραφο (α) όπως επίσης προστέθηκε και η παράγραφος (δ). Συνεπώς δεν ισχύει πλέον η υποχρέωση υπογραφής της αναφερόμενης επιστολής απαίτησης από τον ίδιο τον πιστωτή ιδιόχειρα. Μπορεί πλέον να υπογράψει και με αντιπρόσωπο χωρίς να δημιουργείται πρόβλημα στην διαδικασία.
Άρθρο 212 (α)
Για να θεωρηθεί μία εταιρεία ανίκανη να πληρώσει τα χρέη της σύμφωνα με το άρθρο 212 (α), πρέπει να ισχύουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
- Πρέπει να υπάρχει πιστωτής.
- Το οφειλόμενο ποσό να υπερβαίνει τις 5.000€.
- Ο πιστωτής να έχει επιδώσει στο εγγεγραμμένο γραφείο της εταιρείας απαίτηση καταβολής του ποσού.
- Και η εταιρεία για τις επόμενες τρείς εβδομάδες να μην καταβάλλει, εξασφαλίσει ή διευθετήσει το ποσό προς εύλογη ικανοποίηση του πιστωτή.
Έννοια Πιστωτή
Στην έννοια του “πιστωτή” περιλαμβάνεται και ο “ενδεχόμενος ή μελλοντικός πιστωτής” – πρόσωπο έναντι του οποίου, βάσει υφιστάμενης υποχρέωσης, η εταιρεία ενδέχεται ή πρόκειται να ευρεθεί υπόλογη παρούσης ευθύνης με την επέλευση κάποιου μελλοντικού γεγονότος ή σε κάποια μελλοντική ημερομηνία (βλ. Re William Hockley [1962] 1 W.L.R. 555, Re Community Development Pty [1969] Qd. R.1). Με άλλα λόγια, “ενδεχόμενος ή μελλοντικός πιστωτής” σημαίνει πιστωτή υπό αναβλητική αίρεση ή πιστωτή υπό αναβλητική προθεσμία όπως είναι ο πιστωτής μη ληξιπρόθεσμου χρέους, π.χ. μη πληρωτέας συναλλαγματικής, ή ο εγγυητής που δεν ξόφλησε χρέος της εταιρείας ή ο εκμισθωτής αναφορικά με μελλοντικά ενοίκια. Ο όρος “πιστωτής” δεν περιλαμβάνει πρόσωπο του οποίου η οφειλή τελεί υπό ουσιαστική αμφισβήτηση ακόμα και αν η εταιρεία είναι στην πραγματικότητα αφερέγγυα (βλ. Mann v. Golstein [1968] 1 W.L.R. 1091, Re Lympne Investments [1972] 1 W.L.R. 523, Palmer΄s πιο πάνω, σελ. 1127, παρ. 85-14, Halsbury΄s Laws of England, 4th Ed., Vol. 7, para. 1004). Δεν περιλαμβάνει, δηλαδή, πρόσωπο του οποίου αμφισβητείται αυτή τούτη η ιδιότητα του πιστωτή. Δεν περιλαμβάνει, επίσης, πρόσωπο το οποίο έχει βέβαιη απαίτηση για αποζημιώσεις οι οποίες όμως δεν είναι εκκαθαρισμένες και γενικά δεν μπορεί να συμπεριλάβει ένα πιστωτή του οποίου το ύψος της πίστωσης δεν είναι καθορισμένο (βλ. Re Pen-y-van Colliery Co. [1877] 6 Ch. D. 477). Επίσης, δεν θα ήταν δυνατό να θεωρηθεί ως «πιστωτής» εν τη εννοία του άρθρου 212, κατ΄ επίκληση διαιτητικής απόφασης, η οποία δεν έχει εγγραφεί ή αναγνωριστεί στην Κυπριακή Δημοκρατία (Μετοχική Εταιρεία ν. Basouno Ltd, Πολ. Εφ. Αρ. 269/09, 20.2.2014).
Περιλαμβάνει επίσης πρόσωπο στο οποίο έχει μεταβιβασθεί ολόκληρο ή μέρος του χρέους της εταιρείας (Re Paris Skating Ring [1877] 5 Ch. D. 962 και Re Steal Wing Co. [1921] 1 Ch. 349), του εκτελεστή της περιουσίας αποθανόντος, ή μια Δημοτική Αρχή αναφορικά με οφειλόμενους τοπικούς φόρους, ανεξάρτητα από το ότι δεν μπορεί να καταχωρηθεί εναντίον της εταιρείας πολιτική αγωγή για την είσπραξη τους (In Re The North Bucks Furniture Depositories Limited [1939] Ch. 690), Re McGreavy [1950] Ch. 269). Ο όρος “πιστωτής” είναι αρκετά ευρύς, έτσι που να συμπεριλαμβάνει ένα πρόσωπο που έχει να λαμβάνει έστω και ένα μικρό ποσό που δεν υπερβαίνει τις £35 (Re World Industrial Bank [1909] W.N. 148).
Όπως είχε λεχθεί και στην Αγγλική απόφαση στην υπόθεση New Travellers’ Chambers Ltd v. Cheese and Green [1894] 70 LT 271 επανειλημμένα έχει αποφασισθεί ότι η υποβολή αίτησης για εκκαθάριση εταιρείας δεν είναι πρόσφορη μέθοδος εκδίκασης αμφισβητούμενης οφειλής. Εάν υφίσταται οποιαδήποτε εύλογη βάση αμφισβήτησης της ύπαρξης του χρέους, όχι απλά του ύψους του, δεν πρέπει να υποβάλλεται τέτοια αίτηση.
Συνεπώς εάν το μέρος που αιτείται την εκκαθάριση της εταιρείας δεν εμπίπτει στον ανωτέρω ορισμό του πιστωτή, η αίτηση εκκαθάρισης δεν μπορέι να προχωρήσει.
Το οφειλόμενο ποσό να υπερβαίνει τις 5.000€
Δεύτερη προϋπόθεση για να ισχύει το άρθρο 212 (α) είναι το ύψος του ποσού να υπερβαίνει τις 5.000 ευρώ. Εάν το ποσό είναι κατώτερο των 5.000€ δεν μπορεί να ενεργοποιηθεί η διάταξη του άρθρου 212 (α) οπότε δεν έχει νόημα η αποστολή επιστολής για ποσό κάτω των 5.000€ ακόμα και αν ισχύουν όλες οι άλλες προϋποθέσεις.
Επίδοση απαίτησης στο εγγεγραμμένο γραφείο της εταιρείας
Τρίτη προϋπόθεση είναι η επίδοση στο εγγεγραμμένο γραφείο της εταιρείας απάιτησης καταβολής του ποσού. Η επίδοση πρέπει να έχει γίνει με επιδότη και δεν αρκεί οποιαδήποτε άλλη μορφή αποστολής. Επίσης, η επίδοση πρέπει να γίνει υποχρεωτικά στο εγγεγραμμένο γραφείο της εταιρείας, δεν αρκεί η επίδοση να έχει γίνει μεν στον Διευθυντή της εταιρείας εάν δεν έχει γίνει στο εγγεγραμμένο γραφείο και το Δικαστήριο σε τέτοια περίπτωση θα θεωρήσει ότι η επίδοση δεν καλύπτει τις προϋποθέσεις του άρθρου 212 (α) (Phasarias (2009) 1 ΑΑΔ 1457). Ανοικτό νομολογιακά παραμένει το ζήτημα εάν αρκεί η απλή εγκατάλειψη της επιστολής στο εγγεγραμμένο γραφείο καθώς το ελληνικό κείμενο του Νόμου αναφέρει την λέξη «παραδίδοντας» ενώ το αντίστοιχο αγγλικό κείμενο αναφέρει την φράση «by leaving it» Το περιεχόμενο της επιστολής πρέπει να αναφέρει ότι το ποσό έχει ήδη καταστεί ληξιπρόθεσμο και ότι ο πιστωτής απαιτεί την πληρωμή του.
Μη καταβολή/διευθέτηση/εξασφάλιση εντός 3 εβδομάδων
Τέταρτη προϋπόθεση είναι η εταιρεία για τις επόμενες τρείς εβδομάδες να μην καταβάλλει, εξασφαλίσει ή διευθετήσει το ποσό προς εύλογη ικανοποίηση του πιστωτή. Εάν υπάρξει πρόταση εξασφάλισης ή διευθέτησης από τον οφειλέτη η οποία δεν γίνει δεκτή από τον πιστωτή, θα κριθεί από το Δικαστήριο εάν η πρόταση θα μπορούσε να ικανοποιήσει εύλογα τον πιστωτή και σε περίπτωση που η απάντηση είναι καταφατική, η αίτηση εκκαθάρισης δεν μπορεί να προχωρήσει. Η περίοδος των 3 εβδομάδων εκκινεί από την επόμενη ημέρα της επιδόσεως. Κατά πόσον υπήρξε εύλογη ικανοποῒηση του πιστωτή θα κριθεί από το Δικαστήριο με βάση τα αντικειμενικά δεδομένα που αποτελούν τις περιστάσεις της εξασφάλισης.
Άρθρο 212 (β)
Για να θεωρηθεί μία εταιρεία ανίκανη να πληρώσει τα χρέη της σύμφωνα με το άρθρο 212 (β), πρέπει να ισχύουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
- αν εκτέλεση ή άλλη διαδικασία που λήφθηκε με δικαστική απόφαση, εντολή ή διάταγμα οποιουδήποτε Δικαστηρίου
- προς όφελος πιστωτή της εταιρείας,
- επιστρέφεται ολικά ή μερικά ανικανοποίητη
Πρώτη προϋπόθεση είναι να έχει γίνει εκτέλεση ή άλλη διαδικασία που βασίζεται σε δικαστική απόφαση, εντολή ή διάταγμα Δικαστηρίου.
Η δεύτερη προϋπόθεση είναι η ανωτέρω διαδικασία να έχει γίνει προς όφελος πιστωτή της εταιρείας, όπου ο ορισμός του πιστωτή είναι ο ίδιος όπως επεξηγήθηκε ανωτέρω.
Και η τρίτη προϋπόθεση είναι η διαδικασία της εκτέλεσης ή άλλης διαδικασίας να επιστραφεί ολικά ή μερικά ανικανοποίητη, δηλαδή να μην μπορέσει ο πιστωτής να ικανοποποιηθεί πλήρως.
Πρακτικά, στις περισσότερες περιπτώσεις αιτήσεων εκκαθάρισης χρησιμοποιούνται και οι δύο νομικές βάσεις του άρθρου 212 (α) και (β) και ενδεχομένως να χρησιμοποιηθούν και οι νομικές βάσεις των υποπαραγράφων (γ) και (δ) με τις οποίες όμως δεν θα ασχοληθούμε στο παρόν.
Έχει επίσης κριθεί ότι ο τίτλος της διάταξης 212 (β) που αναφέρει «Ορισμός ανικανότητας πληρωμής των χρεών» δεν είναι αντιπροσωπευτικός του περιεχομένου και της ερμηνείας που δίνει η νομολογία. Το Δικαστήριο μπορεί να ενεργήσει στην βάση του συνόλου της μαρτυρίας που έχει ενώπιόν του και να κρίνει ότι η εταιρεία δεν μπορεί να πληρώσει τα χρέη της ακόμη και αν η περίπτωση δεν εμπίπτει στις συγκεκριμένες περιπτώσεις του άρθρου 212, οι οποίες αποτελούν ειδικότερες εκφάνσεις του άρθρου 211 (ε) αλλά όχι εξαντλητικές.
Η χρήση και των δύο νομικών βάσεων του άρθρου 212 (α) και 212 (β) δεν προσφέρει σε όλες τις περιπτώσεις πλεονεκτήματα. Σε ορισμένες περιπτώσεις ενδέχεται να δημιουργήσει ζητήματα τα οποία θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί εάν είχε χρησιμοποιηθεί μόνο η νομική βάση του άρθρου 212 (β), εφόσον βέβαια συντρέχουν οι προϋποθέσεις του εν λόγω άρθρου άρθρου.
Σε αντίθεση με το λεκτικό του 212 (α), στο λεκτικό του 212 (β) δεν υπάρχει για την εταιρεία κανένα περιθώριο διευθέτησης ή εξασφάλισης του χρέους που θα μπορούσε να την κάνει να αποφύγει να λογιστεί ως αναξιόχρεη. Αυτή η διαφορά είναι λογική καθώς ο Νόμος έχει ήδη δώσει το δικαίωμα μέσω της εκτελεστικής διαδικασίας να κατάσχουν οι αρμόδιοι την κινητή περιουσία της εταιρείας σε μία ή και περισσότερες διευθύνσεις -κάτι που για να επιτευχθεί, συνήθως απαιτεί και είσοδο στα γραφεία κλπ.- και να την πλειστηριάσουν. Και μετά από αυτό, εάν το ένταλμα επιστραφεί έστω και μερικώς ανεκτέλεστο (ανικανοποίητο), ο Νόμος συνεχίζει να θεωρεί ότι υπάρχει τεκμήριο (λογίζεται) ότι η εταιρεία δεν μπορεί να πληρώσει τα χρέη της. Και αυτό είναι αναμενόμενο και για έναν ακόμη λόγο: Για να εφαρμοστεί το 212 (α) δεν απαιτείται απόφαση δικαστηρίου (ή διάταγμα ή εντολή) παρά μόνο ύπαρξη πιστωτή με εκχώρηση ή διαφορετικά, που του χρωστάει η εταιρεία ποσό άνω των €5.000. Δηλαδή πολύ λιγότερες και ηπιότερες προϋποθέσεις για την εφαρμογή του, άρα μεγαλύτερο περιθώριο κινήσεων και ευελιξίας από τον Νόμο (επιτρέπει διευθέτηση ή εξασφάλιση προς εύλογη ικανοποίηση του πιστωτή αντί της υποχρεωτικής και σχεδόν άμεσης αποπληρωμής που του εξασφαλίζει η επιτυχής εκτελεστική διαδικασία). Και αυτός είναι ο λόγος που οι λίγες προϋποθέσεις του 212 (α) δεν ισχύουν για χρέη κάτω των 5.000 ευρώ ενώ το 212 (β) δεν θέτει τέτοιο περιορισμό ποσού για την ενεργοποίηση του Τεκμηρίου. Εφόσον πιστωτής έχει προχωρήσει στα μέτρα εκτέλεσης ακόμα και για ένα μικρό ποσό και πάλι δεν ικανοποιήθηκε, η εταιρεία, ελλείψει μαρτυρίας προς το αντίθετο, λογίζεται αναξιόχρεη και πρέπει να εκκαθαριστεί. Εάν βέβαια έχει δοθεί μαρτυρία από την εταιρεία που γίνει αποδεκτή από το Δικαστήριο ότι δεν είναι ανίκανη να πληρώσει τα χρέη της (μαχητό Τεκμήριο) το αποτέλεσμα αλλάζει. Τέτοια μαρτυρία όμως καταρρίπτει εξίσου και την νομική βάση του 212 (α) και του 212 (β) ταυτόχρονα και η αίτηση θα απορριφθεί έτσι κι αλλιώς καθώς ουσιαστικά καταρρίπτεται το 211 (ε) που αποτελεί τη γενική βάση του 212, οπότε δεν έχει καμία σημασία αν βασιστήκαμε στη μία ή και στις δύο νομικές βάσεις. Το γεγονός ότι με κάποιο τρόπο η εταιρεία καταφέρει να αποδείξει ότι δεν είναι αναξιόχρεη και ότι μπορεί να πληρώσει τα χρέη της, δεν επιδρά διαφορετικά στο 212 (α) και διαφορετικά στο 212 (β). Και τα δύο είναι ειδικότερες εκφάνσεις του 211 (ε) το οποίο η εταιρεία θα έχει καταφέρει να καταρρίψει.